Φιλοσοφία | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 1690
Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
άρθρο του Χάρη Πεϊτσίνη
Τριτ, 28 Ιουν 2005

Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια απάντηση στο άρθρο του Κ. Παπαϊωάννου «αντιπαράθεση απόψεων για την εξουσία»

 

Αντί προλόγου

«Ο Χάρης αντί να απαντήσει στις καθαρά διευκρινιστικές ερωτήσεις που τέθηκαν για να γίνει περαιτέρω συζήτηση, απάντησε "ανασκευάζοντας" μια θεωρητική σκέψη που εκτέθηκε συνοπτικά, συνοδεύοντας τις ερωτήσεις, μόνο και μόνο για να είναι γνωστή η θεωρητική θέση του ερωτώντος και άφησε τις απόψεις του αδιευκρίνιστες. Αντιπαράθεσε την γνωστή "αυτονόητη" πεποίθηση των απολογητών της εξουσίας κατηγορώντας μάλιστα τον ερωτώντα για την συνοπτικότητα του..(..) Θυμίζω απλά ότι μιλάμε για την "δομική κρίση του πολιτικού συστήματος" και επομένως τα ηθικολογικά επιχειρήματα οι "αναθυμιάσεις", η "διαφθορά" και όλα αυτά τα "φρικτά και αποτρόπαια" με αφήνουν αδιάφορο...»

Από την «αντιπαράθεση απόψεων για την εξουσία» του Κ. Παπαϊωάννου

Πριν αρκετούς μήνες με 2 άρθρα μου προσπάθησα να σκιαγραφήσω τη μορφή της πολιτικής κρίσης που χτύπησε την Ελλάδα. Ήταν αναμενόμενο, όσο και ευχάριστο να προκληθούν συζητήσεις και αντιπαραθέσεις πάνω στο επίμαχο θέμα. Όμως το ζήτημα σε τελική ανάλυση βρισκόταν αλλού.. στο σωστό καθορισμό του «επίμαχου θέματος». Με το τελευταίο άρθρο του ο Κωστής έκανε μια αναλυτικότατη παρουσίαση της γνωστής άποψης του για την αποσάθρωση του παγκόσμιου συστήματος εξουσίας. Καμιά αντίρρηση μέχρι εδώ. Όμως όταν ξεκινούμε μια συζήτηση, το ζήτημα δεν είναι να αναλύουμε εξαντλητικά την κοσμοθεωρία μας αλλά να επικεντρωνόμαστε στα ζητήματα που θίγει και ο έτερος συζητητής.

Και η πρώτη προϋπόθεση για να κάνουμε κάτι τέτοιο, για να πετύχουμε κοινώς ένα σωστό διάλογο είναι να κατανοήσουμε τις απόψεις του συνομιλητή μας. Δηλαδή αντίθετα με τα γραφόμενα ή καλύτερα τα υπονοούμενα που πλημμυρίζουν το τελευταίο μέρος της «αντιπαράθεσης των απόψεων για την εξουσία» δεν είναι λ.χ. «υπεκφυγή» εκ μέρους μου ή "αδιευκρίνιστη" αοριστία να μην εντάσσω την ελληνική πολιτική κρίση στο παγκόσμιο προτσές καταστροφής της εξουσίας, αν δεν πιστεύω ότι αυτό το προτσές υπάρχει! Ούτε είναι έλλειψη διευκρινήσεων να εμμένω στο ελληνικό ζήτημα αν θεωρώ ότι παρά τις διεθνείς επιρροές του, αυτό το τελευταίο διατηρεί συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες και ιδιορρυθμίες. Κοινώς μια συζήτηση προϋποθέτει την έστω στοιχειώδη κατανόηση της αντίθετης άποψης που προφανώς όπως από­δεικνύεται ξεκινά από ολότελα διαφορετική βάση.

Με λίγα λόγια σε διευκρινιστικές ερωτήσεις που σχετίζονται με κείμενα αφιερωμένα στην ελληνική πολιτική κρίση απαντούμε για την ελληνική πολιτική κρίση. Αυτό δε λέγεται υπεκφυγή αλλά ακριβής απάντηση. Τα πρώτα κείμενα μου σχολίαζαν την πολιτική επικαιρότητα στην Ελλάδα. Ανάλυσα τη γνωστή σειρά από περιστατικά, που με την πρώτη όψη θα φαίνονταν ξεκομμένα ερμηνεύοντας τα ως συμπτώματα μιας ευρύτερης θεσμικής κρίσης της ελληνικής κοινωνίας. Ασχολήθηκα δηλαδή με ζητήματα όπως η εκκλησία, η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η δικαστική σήψη. Αφού λοιπόν ξεκίνησε ο Κωστής μια συζήτηση για αυτά τα κείμενα και άρα πάνω στα ζητήματα που έθιγαν, αφού απάντησα και ανταπάντησε με ένα κείμενο 15 σελίδων, αποφάνθηκε τελικά ότι οι αναφορές του απαντητικού μου άρθρου στις αναθυμιάσεις του δικαιικού συστήματος, τη διαφθορά της κρατικής μηχανής, σ' όλα αυτά τα «φρικτά και αποτρόπαια» όπως ειρωνεύτηκε τον αφήνουν αδιάφορο, υπονοώντας ότι είναι εντελώς άσχετα με το θέμα μας! Αν όμως αδιαφορεί για όλα αυτά τότε τόσο το χειρότερο για το διάλογο που ο ίδιος ξεκίνησε. Δεν είναι να απορούμε που στο τελευταίο του κείμενο η αρχική φιλοδοξία για «αντιπαράθεση» των απόψεων μετατρέπεται τελικά σε διάθεση για απλή «χαρτογράφηση». Η συζήτηση μας εκφυλίζεται σε απλή παρουσίαση καθώς διαγράφεται ο μόνος κοινός τόπος του διαλόγου μας, δηλαδή η ελληνική περίπτωση. Γιατί σίγουρα, όπως προανέφερα, το να βαφτίζει ο ίδιος κάθε εκδήλωση μιας πολιτικής κρίσης και κάθε «τοπική» πολιτική κρίση απλό επεισόδιο στη φάση καταστροφής της «παγκόσμιας εξουσίας» δεν υποχρεώνει και μένα να ακολουθήσω τον ίδιο δρόμο! Όπως και να χει όμως, το θέμα μιας στοιχειώδους ανάλυσης του πραγματικού πρέπει να είναι η ιχνηλάτηση των φαινομένων αυτών και η ερμηνεία τους, Αυτό το γεγονός είναι που τους αφαιρεί την κατά Κωστή «ηθικολογική» επίστρωση και τα μετατρέπει σε καθοριστικές ενδείξεις ισχυρών πολιτικοκοινωνικών αλλαγών.

Και φτάνουμε έτσι στο τελικό ζήτημα που δίνει ένα ειδικό βάρος στο κείμενο του Κωστή. Tην οριστική δηλαδή μεταφορά του πεδίου της συζήτησης από την ελληνική περίπτωση στις φιλοσοφικές διαφορές για την ουσία και την προοπτική της Εξουσίας. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι στο τελευταίο μου κείμενο περιόρισα την γενική εξέταση του φαινομένου της εξουσίας μονάχα στα επιμέρους θέματα που έθεσε ο Κωστής και ακόμα πιο ειδικά σε όσα κατά τη γνώμη μου αφορούσαν το ελληνικό ζήτημα. Αντικρίσαμε δηλαδή το εξής αντιφατικό. Μια εκτενώς αναλυμένη κοσμοαντίληψη αντιπαρατέθηκε σε μία συνοπτική (1-2 παράγραφοι) παρουσίαση της γενικής άποψης μου που χρησιμοποιήθηκε ως εισαγωγή στο κύριο θέμα, δηλαδή στoν διάλογο για την ελληνική πολιτική κρίση συνεπεία της οικονομικής κρίσης. Το κύριο θέμα αγνοήθηκε και η σύντομη εισαγωγή πήρε τη θέση του. Αλλά και γι' αυτή τη «λεπτομέρεια» βρέθηκε λύση. Τα κενά της αποσπασματικής αναφοράς μου στις βάσεις του εξουσιαστικού φαινομένου συγχωνεύτηκαν με προδιατυπωμένες από τον Κωστή φόρμουλες των υποτιθέμενων απολογητών της εξουσίας. Προς το τέλος μάλιστα από θύμα έγινα θύτης αφού κατηγορήθηκα ότι ανάλωσα το προηγούμενο κείμενο μου σε μια ανασκευή των "συνοπτικά διατυπωμένων" απόψεων του τη στιγμή που οι αμφιβολίες και οι απορίες μου (που παραδόξως δεν απαντήθηκαν ακόμη αν και σχετίζονταν με τη φύση της εξουσίας) δεν έπιαναν πάνω από 2-3 παραγράφους σε ένα κείμενο 6 σελίδων!

Αλλά όλα αυτά δεν έχουν τελικά και τόση σημασία αφού το ζητούμενο είναι να συζητηθούν επί της ουσίας τα θέματα που - με τον ένα ή τον άλλο τρόπο - θίχτηκαν . Ουδέν κακόν αμιγές καλού λοιπόν όπως επισημαίνει και ο Κωστής καθώς από την πρώτη αντιπαράθεση πάνω στο «μερικό» οδηγούμαστε στη διαφωνία πάνω στο «γενικό» οπότε ανοίγει ένα νέο ευρύτατο όσο και χρήσιμο πεδίο διαλόγου. Στο σημερινό κείμενο λοιπόν ακολουθώ τη ρότα που εκείνος επέλεξε στη συζήτηση μας εμπλουτίζοντας την κριτική μου με μια αναλυτικότερη παρουσίαση της άποψης μου περί εξουσίας

Και πάλι για τον Λένιν και το "άλλοθι της δικτατορίας του προλεταριάτου"

«Η προσφυγή στον Λένιν» γράφει ο Κωστής «στο έργο του "Κράτος και Επανάσταση" και στην πρακτική της προλεταριακής δικτατορίας, είναι κοινή διέξοδος για τους υποστηρικτές της "αιώνιας" εξουσίας». Αν και μου φαίνεται αρκούντως σουρεαλιστική η εικόνα φασίστες, δημοκράτες και μαρξιστές, να χρησιμοποιούν κείμενα του Λένιν για να αποδείξουν ότι η εξουσία είναι αιώνια στους «αντιεξουσιαστές», δεν έχω καμία αντίρρηση να τη δεχτώ. Αλλά το πρόβλημα ξεκινά στο σημείο που και εγώ εντάσσομαι στην ετερόκλητη αυτή μάζα με τη φράση ότι «το ίδιο κάνει και ο Χάρης οποίος αναφέρεται, πολύ χαλαρά και κυρίως ανακατεύοντας διαφορετικά πράγματα, στην επανάσταση γενικά και στην Λενινιστική Επανάσταση»

Και αυτό γιατί πέραν του ότι δεν έχω καμία ιδιαίτερη προτίμηση στη φιλοσοφία του Λένιν, ο μόνος λόγος που αναφέρομαι σ' αυτόν είναι για να αντικρούσω την αρχική προσπάθεια του Κωστή να βρει θεωρητικό στήριγμα στην άποψη Λένιν για την εξουσία. Ε λοιπόν σε ολόκληρο το «κράτος και επανάσταση», από πουθενά δεν προκύπτει η ερμηνεία του Κωστή στο πρώτο απαντητικό του κείμενο, ότι δηλαδή «και στην λενινιστική άποψη η εξουσία θα μαραθεί». Αντίθετα όπως έγραψα, ο Λένιν δε μιλάει για κατάρρευση κάθε εξουσίας αλλά για απονέκρωση του συγκεντρωτικού κράτους μετά από διαδοχικά επαναστατικά στάδια. Και το κράτος που θα απονεκρωνόταν δε θα αντικαθίστατο με ένα στοργικό κράτος, όπως νομίζει ο Κωστής ότι πιστεύω, αλλά από κανένα είδος κράτους. Και το μελλοθάνατο κράτος ασφαλώς και θα ήταν «συγκεντρωτικό» καθώς θα επρόκειτο για έναν μηχανισμό καταστολής, για μια δικτατορία του προλεταριάτου! Αλλά δεν χρειάζεται να καταφύγω σε αυτούσια αποσπάσματα καθώς με πρόλαβε ο ίδιος στο νέο του κείμενο επιβεβαιώνοντας αθέλητα την άποψη μου και σπεύδοντας ταυτόχρονα να διευκρινίσει «ο Λένιν φανταζόταν σαν εξουσία την κρατική εξουσία γιατί έπρεπε να κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι της ιστορίας για να ειδωθεί η εξουσία διαχυμένη στην καθημερινή ζωή».

Αυτό βέβαια δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια αυθαίρετη ερμηνεία. Γιατί το «αυλάκι της ιστορίας» είχε ξεχειλίσει πολύ πριν την άφιξη του Φουκώ και της βιοπολιτικής του. Για τη διάχυση της εξουσίας στην καθημερινότητα έκαναν αξιοπρόσεκτες αναλύσεις τόσο ο Βίλχελμ Ράιχ, όσο και ο Έριχ Φρομ, το κίνημα των φροϋδομαρξιστών και φυσικά η κριτική σχολή της Φρανκφούρτης. Κανείς τους όμως δεν είδε γενικά την εξουσία ως ένα χρονικά περιορισμένο φαινόμενο που η κοινωνία θα μπορέσει κάποτε να «αποτινάξει» συνολικά, όπως τινάζει κανείς ένα φίδι απ' τον ώμο του. Αντίθετα διέκριναν τη μορφολογία της, την εξέλιξη της, και εμβάθυναν στις ουσιαστικές της διαφοροποιήσεις και την οργανική διασύνδεση της με τις κοινωνικές σχέσεις.

Αφήνω την πιο σημαντική διαπίστωση για το τέλος. Είναι πραγματικά αξιοπρόσεκτο η δικτατορία του προλεταριάτου να χρησιμοποιείται ως επιχείρημα «ενάντια» στην άποψη μου τη στιγμή που το προφανές συμπέρασμα είναι κατά 180 μοίρες αντίρροπο με την άποψη του Κωστή. Στη Σοβιετική Ρωσία τα μέσα παραγωγής αρπάχτηκαν από τους ιδιοκτήτες τους σε συνθήκες κοινωνικής επανάστασης. Οι απαλλοτριωτές τελικώς απαλλοτριώθηκαν. Υπό «φυσιολογικές» συνθήκες αυτό θα ήταν αρκετό για να χτυπηθεί η Εξουσία στη βάση της σύμφωνα με την θεωρία του Κωστή. Αλλά η παταγώδης αποτυχία του σοβιετικού μοντέλου αποδεικνύει ότι ενώ κατά τους μαρξιστές η ιδιοκτησία δεν μπορεί να σταθεί χωρίς εξουσία, αντίθετα η εξουσία μπορεί να σταθεί μια χαρά και χωρίς ιδιοκτησία! Και μάλιστα όχι απλά να σταθεί αλλά να γιγαντωθεί σε απίστευτο βαθμό να συγκεντρωθεί στα χέρια μιας προνομιούχου κάστας, να στραγγαλίσει τον αυθορμητισμό των μαζών και να σκεπάσει τυραννικά κάθε πτυχή της κοινωνίας. Στη θέση του παλιού εξουσιαστικού συστήματος υψώθηκε ένα νέο καστικό σύστημα που μορφοποιήθηκε μέσα στα πλαίσια των νεογέννητων παραγωγικών σχέσεων. Αν και ο παράγοντας ιδιοκτησία εξέλειψε, αν και τα μέσα παραγωγής κοινωνικοποιήθηκαν η Δικτατορία δεν έπαψε ούτε λεπτό να βαραίνει τη σοβιετική κοινωνία με τη βαριά της σκιά.

Μια πρώτη προσέγγιση στο θέμα. Τι είναι και γιατί είναι...

Η εξουσία κατ' αρχήν πηγάζει από μία αντικειμενική κατάσταση κοινή στη φύση και συνειδητά ή ασυνείδητα αφομοιωμένη από κάθε οργανισμό της, από τη συχνή ασυμβατότητα των εγωιστικών συμφερόντων ανάμεσα στα ανθρώπινα πλάσματα. Αυτή η κατάσταση παράγει αντίρροπες βουλήσεις που σχεδόν πάντα ωθούνται στη σύγκρουση. Από την παραγόμενη σύνθεση η νικηφόρος θέληση πετυχαίνει τον αρχικό στόχο και η ηττημένη προσαρμόζεται στις αντικειμενικές συνθήκες που δημιούργησε ο ισχυρός, δηλαδή υποτάσσεται. Εν ολίγοις αυτό είναι εξουσία. Τομή στην ιστορία της (αλλά και στην ιστορία της «ιστορίας») στάθηκε η θέσμιση των πρωτόγονων κοινωνιών. Για πρώτη φορά μια ασύγκριτη μάζα αντικρουόμενων ημιοργανωμένων, συλλογικών και ατομικών εξουσιών συσσωρεύτηκαν σε έναν περιορισμένο χώρο και υποτάχτηκαν στην ανάγκη της συλλογικής επιβίωσης που σήμαινε σε τελική ανάλυση και επιβίωση ατομική.

Αντίθετα δε με ό,τι υποστηρίζεται από τον Κωστή θεωρώ ότι η οργάνωση εκκρίνει την εξουσία σαν φυσιολογικό προϊόν της από τη στιγμή της υποχρεωτικής ενσωμάτωσης σε συγκεκριμένες ρουτίνες ζωής και δεδομένες νόρμες ύπαρξης. Η κύρια σχέση εξουσίας, παράγεται πρωτογενώς με την αρχή της ένταξης του ατόμου στο κοινωνικό σύνολο. Η λεγόμενη κοινωνική συνείδηση προκύπτει από τη δυναμική προσαρμογή της ανθρώπινης φύσης στην κοινωνική διάρθρωση. Σ' αυτό το κομβικό σημείο όπου οι παρωθήσεις του ανθρώπινου ζώου καταπιέζονται από τις δυνάμεις της συλλογικότητας για να στριμωχτούν στα κοινωνικά «πρέπει» βρίσκεται η τομή που καθιστά τον άνθρωπο εξουσιαζόμενο.

Η «εγγραφή» της εξουσίας στην κοινωνική συνείδηση επισημαίνει και αναπαράγει την ύπαρξη επιμέρους μορφών της, δεν τη δημιουργεί. Η γλώσσα σα διαμεσολαβητής της σκέψης ενεργοποιεί τη λέξη που με τη σειρά της εκφράζει το σκίσιμο και το ένωμα της ολότητας, προεκτείνοντας μεν το υπάρχον στο μη εισέτι υπάρχον αλλά και αρθρώνοντας στο υλικό επίπεδο το φαντασιακό, δηλαδή ρηγνύοντας το υπάρχον με το μη υπάρχον.. από αυτή την διαλεκτική της εργαλειοποίηση η λέξη, το σημείο διεκδικεί το ρόλο της, ρόλο -όχι μόνο- γεννήτορα όπως υπονοεί ο Κωστής αλλά και καταστροφέα της σχέσης εξουσίας.

Το κοινωνικό συνειδησιακό, έννοια απόλυτα συναρτημένη με την ατομική ψυχολογική συνείδηση είναι εξαρτημένο από το περιβάλλον. Όπως δηλαδή η ψυχολογία οφείλει την ύπαρξη της στην αλληλεπίδραση της νευροφυσιολογίας του εγκεφάλου με τον περιβάλλοντα κόσμο, έτσι και η συνειδησιακά εγγεγραμμένη σχέση εξουσίας προέρχεται από την εξωτερική αλληλεπίδραση ανάμεσα στην ψυχολογική επιθυμία και τα εμπόδια που βάζει στο δρόμο της η φυσική και κοινωνική ζωή. Όταν λοιπόν οι αλληλοσυγκρουόμενες δυνάμεις συνειδητοποιούνται, παύουν δηλαδή να αποτελούν αντικείμενο του ζωώδους ασυνειδήτου, αναγνωρίζονται ως μέρος του ενσυνείδητου κοινωνικού «κώδικα», εντάσσονται ή συγκροτούνται σε θεσμικές φόρμες και προσαρμόζονται στις απαιτήσεις της κοινωνίας, μέχρι να φτάσουν στο σημείο που θα μπορούν να προσαρμόσουν την κοινωνία στις απαιτήσεις τους.

H εξουσία ως "πρόσωπο" και το «αναπόφευκτο» Τέλος της: Μια κριτική προσέγγιση

Η ουσιαστική ρήξη με το πρωτόγονο εξουσιαστικό παρελθόν συνέβη με την ανάπτυξη των πρώτων ιδιοκτησιών. Από κει και πέρα οι περισσότερες μορφές της εξουσίας θα είχαν σημείο αναφοράς την έννοια του κατέχειν. Η αιτία για αυτή τη μεταμόρφωση δεν οφείλεται σε κάποια μυστική σύζευξη εξουσίας και ιδιοκτησίας (που θα καθιστούσε αναπότρεπτα την ύπαρξη της μεν θέμα επιβίωσης για τη δε) αλλά θα πρέπει να αναζητηθεί στην επιρροή της ιδιοκτησίας σε κάποιο / α από τα παραγωγικά αίτια της γεννώμενης σχέσης εξουσίας. Συγκεκριμένα η εξουσία στο μεγαλύτερο της μέρος αποκτά έναν ιδιοκτησιακό χαρακτήρα, δηλαδή χύνεται σε μια δεδομένη θεσμική μεγα-φόρμα τη στιγμή που η ανθρώπινη θέληση (πάλι στο μεγαλύτερο της μέρος) αρχίζει να στοχοθετείται αναφορικά με το ιδιοποιούμενο αντικείμενο. Αλλά η ένταση αυτής της ιστορικής καμπής στάθηκε τόσο ισχυρή ώστε κάποιοι σήμερα όπως ο Κωστής να ταυτίζουν την κατάσταση εξουσίας συνολικά με την κατάσταση της ιδιοκτησίας. Οι προεκτάσεις αυτού του συλλογισμού είναι προφανείς. Προς το παρελθόν, ότι υπήρξε μια εποχή, ελευθερίας πριν από την συμβατική ιστορία, όταν η ανθρωπότητα διένυε την παιδική της ηλικία αγνή και αμόλυντη από τη διαφθορά του εξουσιαστικού πολιτισμού. Προς το μέλλον, ότι ο τέλος της ιδιοκτησίας υποτίθεται ότι θα φέρει και την ολική λήξη του εξουσιαστικού φαινομένου. Ο μοναδικός τρόπος για να ξεδιαλύνουμε αυτήν την πλάνη και να την ερμηνεύσουμε ως σύμπτωμα της εποχής και όχι εργαλείο κατανόησης της είναι να αναλύσουμε τον τρόπο που προσεγγίζει τον μόνο κοινό τόπο της συζήτησης, δηλαδή την περίοδο της συμβατικής ιστορίας.

Γράφει λοιπόν ο Κωστής βέβαιος για το αυτονόητο της συλλογιστικής του..

«Μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι υπάρχουν τρία στάδια στην ιστορία της κατάστασης εξουσίας: Το δουλοκτητικό στάδιο, όπου η ιδιοκτησία, ανθρώπου από άνθρωπο, είναι άμεση, το φεουδαρχικό στάδιο όπου η ιδιοκτησία, ανθρώπου από άνθρωπο, μεσολαβείται από την ιδιοκτησία της γης, το αστικό στάδιο όπου η ιδιοκτησία ανθρώπου από άνθρωπο, μεσολαβείται από την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής».

Εδώ η ταύτιση εξουσίας και ιδιοκτησίας αποδεικνύει τα τεράστια κενά της. Γιατί αυτή η περιοδολόγηση της «κατάστασης εξουσίας» δεν περιγράφει την δικιά της ιστορία αλλά την ιστορία των σχέσεων παραγωγής. Το αυτονόητο βέβαια είναι ότι επιρροή των τελευταίων στην πρώτη δεν είναι σταθερή και αμετάβλητη, αντίθετα ποικίλει στο βαθμό και την ένταση ανάλογα με το είδος της σχέσης. Τούτη η κατηγοριοποίηση δεν αγγίζει λοιπόν παρά μόνο επιδερμικά το φαινόμενο της εξουσίας καθώς ισοπεδώνει και ομογενοποιεί αυθαίρετα μορφές ολότελα διαφορετικές που αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια του περιγραφόμενου ιστορικού τριπτύχου. Η δε ιδιοκτησία ως όρος δεν είναι ικανός να περιγράψει μια κατάσταση τόσο ευέλικτη, διαφοροποιούμενη και εναλλασσόμενοι όσο η εξουσία. Ιδιοκτησία είναι ιδιόχρηση ενός αντικειμένου με δικαιώματα ζωής και θανάτου επάνω του. Με εξαίρεση την πολιτική εξουσία και την πρώιμη οικονομική, καμιά άλλη πτυχή του εξουσιαστικού φαινομένου δε διεκδίκησε πλήρη δικαιώματα ιδιοκτησίας πάνω στα υποκείμενα άσκησης της. Το να δεχτούμε την περιοδολόγηση αυτή είναι σα να δεχόμαστε ότι η πολιτική εξουσία στην Γερμανία του Χίτλερ είναι ταυτόσημη με την σύγχρονη φιλελεύθερη δημοκρατία, ή ότι η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία δεν έχει καμία διαφορά με την «πολιτική» εξουσία στις πρωτόγονες τευτονικές φυλές.

Όχι, δεν μπορούμε να δεχτούμε αυτόν τον απλοϊκό διαχωρισμό που υποτίθεται πως αυτοεπιβεβαιώνεται επανανακαλύπτοντας τα ίδια του τα χνάρια. Ο Κωστής έχει εγκλωβιστεί στο προοδευτικό σχήμα που συνοδεύει την δυτική σκέψη από τον 17ο αιώνα. Μια σκέψη που θεωρεί ότι το πέρασμα του χρόνου φέρνει την ανθρωπότητα πιο κοντά στην ανάπτυξη και την ευημερία. Στο θέμα της εξουσίας όμως αυτός ο συλλογισμός είναι αδιέξοδος και συνάμα ανιστορικός. Γιατί συμπεραίνοντας λ.χ. ότι ο πολίτης στη σταλινική Ρωσία ή μια σύγχρονη ισλαμική χώρα έχει καλύτερους όρους ύπαρξης (αναφορικά με την εξουσία) από τον πολίτη μιας αρχαίας δημοκρατίας δεν εκτρεπόμαστε μόνο από την ιστορική αλήθεια αλλά και από την ίδια τη λογική! Αντίθετα πρέπει να κατηγοριοποιήσουμε την εξουσία βάσει των επιδιωκόμενων στόχων, των χρησιμοποιούμενων μέσων και του χαρακτήρα των μηχανισμών της. Αυτή η οριοθέτηση αφήνει χώρο και για την πιθανότητα ύπαρξης εξουσιών που δεν αποδομούν αλλά ενισχύουν την κοινωνική οργάνωση και προωθούν την ελευθερία των κοινωνών, κάτι που φέρνει το μοντέλο ερμηνείας μας ακόμα πιο κοντά στην πραγματικότητα. Πράγματι το ζήτημα της ελεύθερης συναίνεσης των μερών μιας σχέσης εξουσίας είναι θεμελιώδους σημασίας για την ποιότητα της. Πάνω σ' αυτή τη βάση θα μπορούσαμε να διαχωρίσουμε την εξουσία όπως προτείνει ο Έριχ Φρομ σε εξουσία λογική και ανασταλτική. Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται οι σχέσεις εκείνες που διαμορφώνονται βάσει της ελεύθερης βούλησης των μερών. Πρόκειται για το σχηματισμό μιας περιορισμένης ιεραρχίας ανάμεσα στα άτομα που εξυπηρετεί αμοιβαίους στόχους. Μια τέτοια σχέση είναι για παράδειγμα η ιδανική μορφή της σχέσης μαθητείας. Χαρακτηριστικό της είναι η ταύτιση των επιδιωκόμενων από τα μέρη σκοπών παρά τις συχνές επιμέρους προστριβές μέσα στα πλαίσια της και η σταθερή πορεία της προς τη διάλυση, με την επίτευξη τους. Πρόκειται δηλαδή για σχέσεις που στηρίζονται σε αμφίπλευρο ετεροκαθορισμό ή ακόμα και αυτοκαθορισμό. Στον αντίποδα βρίσκεται η ανασταλτική εξουσία που βασίζει την ύπαρξη της στον «μονόπλευρο ετεροκαθορισμό» σύμφωνα με την ορολογία που χρησιμοποιεί ο Κωστής.

Αλλά αυτό που έχει πραγματική σημασία στο συζητούμενο κείμενο -μαζί με το περιεχόμενο - είναι και το ίδιο το ύφος του γραπτού. Ας ρίξουμε μια ματιά σε κάποιες από τις περιγραφές και τις αναλύσεις. "Η εξουσία" γράφει λοιπόν ο Κωστής προσωποποιώντας την «εξαναγκάζει τα άτομα που θα ήθελαν να ξεφύγουν από κόπο που συνεπάγεται το "κοινωνικό καθήκον τους" να επιστρέψουν στην τάξη που η ίδια έχει θέσει». «Η εξουσία» προσθέτει «είναι "υπεύθυνη" όχι για την οργάνωση αλλά για την αποδιοργάνωση της κοινωνίας» . Όταν « η εξουσία πρέπει να επιβάλει μια σοβαρή τροποποίηση της κοινωνικής οργάνωσης, με τον εξαναγκασμό, είτε μέσω της βίας, είτε μέσω της πειθούς, μεθοδεύει το παράδοξο της ιστορικής αλλαγής» Το κοινωνικό σώμα δε που την ασκεί είναι στην ουσία στρατευμένο (στρατεύεται στην εξουσία όπως γράφει) και υποταγμένο στη λογική Της. Δηλαδή «...έχει την λογική της υπάρχουσας εξουσίας που επιδιώκει την διάλυση της υπάρχουσας οργάνωσης υπέρ μιας άλλης στην οποία θα διευκολύνεται η ανάπτυξη του ρόλου του». Τελικά το σκεπτικό του καταλήγει σ' έναν γενικόλογα αόριστο αφορισμό... «αν η εξουσία δεν είναι παράλογη για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο επί του οποίου ασκείται δεν είναι εξουσίᨻ(και αν είναι λογική ρωτάμε εμείς? Αν τα άτομα συναινετικά υπάγουν τους εαυτούς τους σε μία νομοθεσία ή συλλογικότητας, τότε παύουν να λειτουργούν υπό την εξουσία της? Παύουν να υπόκεινται στις ρυθμίσεις της? Φυσικά όχι. Η διαφορά μπορεί να προσδιοριστεί λεκτικά με τον όρο «τυραννικός». «Εντάσσομαι εθελοντικά» σημαίνει συναινώ στη δημιουργία μιας σχέσης εξουσίας με μια στοιχειώδη στάθμιση κόστους / οφέλους. «Με εξαναγκάζουν τυραννικά» σημαίνει υπόκειμαι στη θέληση κάποιου δίχως τη συμμετοχή της βούλησης μου ή με τη συμμετοχή μιας βούλησης φενακισμένης από τις άυλες αλυσίδες της δοσμένης εξουσίας, τους ιδεολογικούς της μηχανισμούς.)

Αλλά η εξουσία, κατά τον Κωστή αυτός ο βραχνάς που στραγγαλίζει την κοινωνία επιτέλους - «πεθαίνει» . Και έχοντας επίγνωση του θανάτου της δε διστάζει να χρησιμοποιήσει παράλογες στρατηγικές.. «Η ρήση "μωραίνει κύριος όν βούλεται απολέσει" είναι ακριβώς η συμπύκνωση του ιστορικού ρόλου της εξουσίας»(...) «Η "λογική" της σημερινής παγκόσμιας εξουσίας - που επιβάλλεται σταδιακά στις τοπικές εξουσίες όλου του κόσμου - είναι μια κατάφορη "ομολογία" ότι η εξουσία είναι ήδη σε πλήρη αποσάθρωση»

Τραβώντας αυτή τη λογική μέχρι τα ακραία όρια της ανακαλύπτει την εξήγηση της εισέτι -παρ' όλα αυτά-επιβίωσης των σχέσεων εξουσίας σε μία περίεργη ερμηνεία της διαλεκτικής. «Ο μόνος λόγος που δεν γίνεται ορατή η ανυπαρξία της εξουσίας με την έννοια κάποιας πραγματικής υπόστασης είναι η έλλειψη μιας ορατής άρνησης σ' αυτήν» για να αποφανθεί τελικά ότι η κατάληξη αυτής της διαδικασίας είναι σχεδόν μοιραία... «Θα πρέπει να φανταστούμε την εξουσία να φτάνει στο τέλος της»

Δε γίνεται να μην παρατηρήσουμε μετά από όλα αυτά ότι η εξουσία στη άποψη Κωστή παρουσιάζεται σαν ένα έμβιον όλο που προηγείται από τα μέρη που το αποτελούν. Μια ιδέα που συνενώνει τα επιμέρους υποκείμενα της και τα συμπαρασύρει σαν πλοκαμοειδείς απολήξεις στην άβυσσο του ιστορικού. Επιχειρείται έτσι μια μετατροπή της εξουσίας σε υποκείμενο και του αληθινού υποκειμένου σε κατηγορούμενο. Η πραγματικότητα αντιστρέφεται. Η εξουσία μπαίνει στο επίκεντρο της θεώρησης και ο άνθρωπος μεταπίπτει στο ρόλο του κατηγορουμένου που έπεται, υποτάσσεται, ακολουθεί και προσδιορίζεται από το ηγούμενο υποκείμενο. Αν ο Κωστής όμως ξεκινούσε από τα πραγματικά υποκείμενα (που δεν είναι ούτε οι αφηρημένες «παραγωγικές σχέσεις» αλλά οι άνθρωποι που τις περατώνουν και τις ανατρέπουν) ως βάση του εξουσιαστικού φαινομένου, δε θα είχε ανάγκη να υποκειμενοποιήσει μυστικιστικά την εξουσία. Αλλά δεν το έκανε. Έτσι η συλλογιστική του πορεία από αυτό το οριακό σημείο και μετά είναι προδιαγεγραμμένη. Μετά την υποκειμενικοποίηση της μυστικοποιημένης κοινωνικής σχέσης και την απόσπαση της (βλ. σχάση) από τους πραγματικούς φορείς της ακολουθεί η ένταξη της στους νόμους της φθοράς και του θανάτου, όπως με κάθε άλλη ζωντανή αυτονομημένη «ύπαρξη». Το ενεργητικό στοιχείο της κοινωνικής ζωής παθητικοποιείται μέσα στα πλαίσια της έντεχνης απόπειρας δραματοποίησης του ιστορικού. Εδώ οι πάντες, άνθρωποι, κόμματα, παραγωγικές δυνάμεις, κοινωνίες και πολιτισμοί παίζουν τους προκαθορισμένους ρόλους τους με τελική κορύφωση την αποπεράτωση όλων των σχέσεων εξουσίας και τον λυρικό της θάνατο. Εδώ πια το μετέωρο βήμα του ορθολογισμού επικρέμαται πάνω από το πεδίο της μεταφυσικής. Από την ορθολογική επικέντρωση στις ανθρώπινες σχέσεις που απαγκιστρωμένες από κάποια αόρατη μεταφυσική αρχή στέκουν ως παραγωγικά στοιχεία νοήματος επανωθούμαστε στην ιδέα μιας εξουσίας που σαν μεταφυσικό υποκείμενο χρησιμοποιεί τα ανθρώπινα όντα για απλά υποστηρίγματα. Η ιστορία των οικονομικών σχέσεων χαρακτηρίζεται ως ιστορία της ανθρώπινης εξουσίας, καθ' υπέρβαση του ανθρώπινου στοιχείου. Το θεμελιώδες δε -διαλεκτικά- φαινόμενο της μεταμόρφωσης, της καταστροφής - ως - δημιουργίας μετατρέπεται σε μια ασυνεχή ρήξη, μια τελεολογική διαδικασία δίχως υποκείμενο, σε καταστροφή - ως - τέλος.

Η «βιολογία» της εξουσίας

Ο Κωστής αναφέρει με μια νοσταλγική διάθεση την «φυσική τάξη» που επικρατούσε στις αγέλες των ανθρωποπιθήκων, μια τάξη «δίχως εξουσία» όπου η οργάνωση υφίστατο τόσο φυσικά όσο εμείς σήμερα αναπνέουμε. Είναι γεγονός ότι το θολό και απόμακρο προϊστορικό παρελθόν μας αφήνει περιθώρια για κάθε είδους εικασία. Το μόνο που έχω να προσθέσω σ' αυτήν την επιμέρους διαφωνία μας είναι ένα μικρό κείμενο του βιολόγου Ντέσμοντ Μόρρις για την εξουσία στους πιθήκους.

«...Στην παραμικρότερη αντίρρηση ο αρχηγός της ομάδας αντιδρά αμέσως παίρνοντας μια στάση απειλητική ενάντια στον υποτακτικό του (πίθηκο).Φτάνει να κουνήσει απλά το κεφάλι στον ανυπάκουο υποτακτικό για να τον υποτάξει στο βαθμό που θέλει. Αν αυτή η εκδήλωση καταλήξει χωρίς αποτέλεσμα η επόμενη λύση είναι η βίαιη επίθεση (...) οι πίθηκοι που βρίσκονται σε θέση υποκυρίαρχου μόλις παρουσιαστεί μια εξωτερική απειλή σπεύδουν να βοηθήσουν τον αρχηγό (... )και γι αυτό απολαμβάνουν πολλά προνόμια σε σχέση με τα ασθενέστερα μέλη της ομάδας (...) όταν ο αρχηγός αποφασίζει να μετακινηθεί, μετακινείται όλη η ομάδα» (ανθρώπινος ζωολογικός κήπος. D.Morris)

Αυτό που προσπαθούμε να καταδείξουμε είναι ότι το φαινόμενο της εξουσίας δεν αποτελεί μια ιστορική ανωμαλία, μια ανόσια εκτροπή στην πορεία φυσικής ύπαρξης του ανθρώπου. Αντίθετα ισχυριζόμαστε ότι στη στοιχειώδη της μορφή είναι καθ' αυτή ένα προϊόν της ανθρώπινης ύπαρξης, που όπως και η τελευταία στέκει πέρα από το «καλό» και το «κακό». Σε κάθε κοινωνία προσώπων η εξουσία υφίσταται ως στοιχείο των περισσότερων σχέσεων, και η κατανόηση του αναπόφευκτου της παραγωγής της είναι απαραίτητη για να την εξετάσουμε σε βάθος, να βρούμε τα κενά και τις αδυναμίες της, τις υπερβολές και τις γιγαντώσεις της, τις ταλαντώσεις και τις κρίσεις της, και να τη συρρικνώσουμε τελικά τόσο ώστε να περιοριστεί στις απολύτως απαραίτητες και στοιχειώδεις μορφές της, δηλαδή να «φυλακιστεί» κατατεμαχισμένη σε αυτόνομες χωριστές διπολικές σχέσεις και στα συγκεκριμένα πρόσωπα που συνειδητά (και εθελοντικά) την παράγουν και την υφίστανται.

Είναι αλήθεια βέβαια ότι δεν προσπαθήσαμε πουθενά να υποστηρίξουμε κάποιου είδους βιολογική προεγγραφή του ρόλου που θα παίζει ο κάθε άνθρωπος στο παιγνίδι της εξουσίας, κι αυτό γιατί αρνούμαστε κάθε ντετερμινισμό τέτοιου είδους (κοινωνικό, ιστορικό). Άλλωστε η εμπειρική παρατήρηση δείχνει ότι η «εξουσία» στηρίζεται στη δυνατότητα του καθενός να είναι ταυτόχρονα υποκείμενο και φορέας της. Εξάλλου η κατάσταση εξουσίας και με δαρβινικούς όρους συνιστά «απλά» ένα μέσο για την επίτευξη του στόχου της επιβίωσης (και των προεκτάσεων του) και πάλι μόνο για μερικά ανθρώπινα όντα, κατά συνέπεια δε θα μπορούσε να υπαχθεί στους γενικά προκαθορισμένους γονιδιακούς σκοπούς. Ενώ λοιπόν το γονιδίωμα του ανθρώπινου σώματος δεν προβλέπει όντως τον όρο εξουσία ο τελευταίος παρ' όλα αυτά προκύπτει από την επαφή του ανθρώπου με τη φύση και από τη δυναμική σύνθεση στοιχείων που η βιολογική του βάση «προβλέπει». Γιατί στο DNA μας είναι καταγραμμένος ο σκοπός της διατήρησης και διαιώνισης της ζωής. Το κάθε πλάσμα ατομικά παλεύει για να τον επιτύχει όχι μόνο ως μέλος μιας οργανωμένης κοινότητας αλλά και ως αυτόνομη μονάδα. Και ο μόνος τρόπος για την πραγμάτωση του είναι η επιβολή αυτής της θέλησης στη φύση και τους βιολογικούς ανταγωνιστές. Αυτός είναι όπως προανέφερα ο απογυμνωμένος πρωτόπλαστος πυρήνας της εξουσίας.

Η εξουσία δεν είναι «αθάνατη» ή «αιώνια» γιατί δεν συνιστά συγκεκριμένο «πρόσωπο» δε έχει δηλαδή αυτόνομη υπόσταση πέραν της εκάστοτε κοινωνίας όπου αναπτύσσεται. Συνεπώς για την παραγωγή της δε χρειάζεται κάποιο πρωταρχικό «προπατορικό αμάρτημα» (έστω κι αν πρόκειται για τη «γένεση της ιδιοκτησίας») αλλά σε πρώτη φάση αρκεί μονάχα ο δυναμικός συνδυασμός συγκεκριμένων κοινωνικών και ατομικών προϋποθέσεων. Αν αυτές σταματήσουν να υφίστανται τότε και η εξουσία συνολικά θα απονεκρωθεί. Αλλά η θέληση, η δύναμη, η επιβολή και οι εκάστοτε ανισομερείς τους συνδυασμοί δεν θα εξαφανιστούν απόλυτα από την ανθρώπινη φυλή όσο αυτή υπάρχει. Συνεπώς η «εξουσία», όχι ως «θεσμός», επιμέρους σχέση, συγκεκριμένα πολιτιστικά συγκροτημένη μορφή αλλά ως στοιχείο των κοινωνικών σχέσεων δεν πρόκειται να μαραθεί μέχρις ότου ο πολιτισμός μας γενικά μαζί με τους ανθρώπους του, ο άνθρωπος και οι πολιτισμοί συνολικά εξαφανιστούν από τη γη.

Ως εξουσία φυσικά δεν αποκαλούμε τίποτα άλλο παρά τη νικηφόρο θέληση που επιβάλλεται στην αντίπαλη μέσα στα πλαίσια συγκρούσεων συμφερόντων. Από την άλλη πλευρά η θεσμοθετημένη εξουσία, η παρούσα εξουσιαστική κατάσταση, τα εκάστοτε κράτη, οι οικονομίες, οι εκάστοτε πολιτισμοί, οι δοσμένες δομές είναι οι πραγματικά ρευστές και φευγαλέες μορφές οργάνωσης, προεκτάσεις και γιγαντώσεις της εξουσίας, θνήσκουσες μορφές εξέλιξης της. Αν όμως θέλουμε να την προσεγγίσουμε ως διιστορικό φαινόμενο θα πρέπει να αποφορτίσουμε τις λέξεις από το συναισθηματικό βάρος και την ενοχή αιώνων, να γδύσουμε την εξουσία από όλους τους μανδύες της (ανθρώπινη «κακία», προπατορικό αμάρτημα, κράτος, εκκλησία, ιδιοκτησία κλπ) και να διεισδύσουμε στις επιμέρους συνιστώσες της.

Σ' να σημείο του κειμένου του ο Κωστής καταλήγει ότι όχι ο (εξουσιαστικός) πόλεμος αλλά η βιολογική υπόσταση είναι ο «πατέρας» της κοινωνίας. Προσωπικά πιστεύω ότι διαχωρίζοντας αυτές τις δύο πλευρές της ανθρώπινης ύπαρξης είναι σα να διαχωρίζουμε την αιτία από το αποτέλεσμα και τα θεμέλια από το οικοδόμημα. Στην πραγματικότητα πατέρας του πολέμου, είναι η βιολογική υπόσταση, δηλαδή η ενστικτώδης, γονιδιακή θέληση για επιβίωση και αναπαραγωγή που συγκρούεται θανάσιμα με αντίρροπες βουλήσεις. Πίσω από την ωραιοποιημένη εκδοχή μιας ρουσσωικής ερμηνείας του «φύσει καλού» ανθρώπινου πλάσματος η πραγματική φύση ξεπηδά με ματωμένα νύχια και δόντια.

Κρίσεις και διαδοχές των συστημάτων εξουσίας: Απελευθερώνοντας την απωθημένη θέληση.

Και τώρα φτάνουμε στο σημείο όπου έχοντας κατανοήσει την αρχέγονη ρίζα της εξουσίας, που λησμονείται από τον ουτοπισμό και επανευρίσκεται -τραγικά- από τον πραγματισμό μπορούμε να συνεχίσουμε την ανάλυση μας ανοδικά. Η εξουσία ως γενικό στοιχείο των ανθρώπινων σχέσεων ακολουθεί συγκεκριμένες βαθμίδες εξέλιξης. Με την πάροδο των πολιτισμικών γενεών εκλεπτύνεται, μελετάται από τους φορείς της, πολυπλοκοποιείται. Εξελίσσεται ως κοινωνικός όρος ζωής περνώντας μέσα από τους κόμβους κάποιων δομικών ανθρώπινων χαρακτηριστικών που αν αφαιρέσουμε την ηθική τους φόρτιση απλά κάνουν τον άνθρωπο αυτό που είναι: εγωιστή, ορθολογιστή και μεγιστοποιητή οφέλους. Οι μορφές της, εξαρτημένες από το επίπεδο της κοινωνικής οργάνωσης αναλύονται και επενδύονται με επεξεργασμένες τεχνικές που αποσκοπούν στην διαιώνιση της υφιστάμενης σχέσης. Ομάδες και υπέρ-ομάδες, βάσεις και ελίτ διαμορφώνουν ασταθείς σχέσεις κυριαρχίας. Η εξουσία συνειδητοποιείται ως ασύγκριτη δύναμη καθεαυτή και από εργαλείο γίνεται αυτοσκοπός.. Μέσα στους κόλπους της κοινότητας συγκροτούνται σταδιακά συγκεντρωτικές μορφές της με χαρακτηριστικό γνώρισμα την εκτατικότητα. Κάθε θεσμός είναι ένας τέτοιος μηχανισμός εξουσίας που την εξασκεί συστηματικά, γι' αυτό και καλλιεργεί την τεχνολογία της οδηγώντας τον Έλεγχο σε ανώτερες σφαίρες κατανόησης και επιβολής.. Θεσμός είναι ένα συσσωμάτωμα κοινωνικών πρακτικών που συστήνουν μια συμπαγή μάζα εξουσίας η οποία τείνει να διαιωνίσει την κυριαρχία της καθυποτάσσοντας όλες τις υπόλοιπες μικροεξουσίες, διακινώντας τις μέσα από τα κανάλια της, αναπλάθοντας τις με άξονα περιστροφής την ίδια. Αυτή η υπερεξουσία στην ανώτερη μορφή της εκφράζεται ως επιβολή ενός μοντέλου σκέψης πάνω σε ξένες δράσεις, στην τέχνη του να άγεις τους εξουσιαζόμενους μέσα από ένα ανοιχτό πεδίο δυνατοτήτων.. τη πρωτόγονη μορφή της η εξουσία είναι ωμή και βίαιη, βάρβαρη και κτηνώδης. Στην πιο υψηλή της έκφραση μετουσιώνεται σε ένα απλό βλέμμα που ενεργοποιεί αντανακλαστικά τους ψυχολογικούς μηχανισμούς υπακοής του εξουσιαζόμενου.

Το εκάστοτε κλειστό εξουσιαστικό σύστημα δεν είναι σταθερό και αιώνιο. Η φαινομενική «τάξη» του κρύβει μια εύθραυστη ισορροπία, το μηδενικό άθροισμα τιτάνιων δυνάμεων που αναστέλλουν τη σύγκρουση τους. Αυτή η ειρήνη όμως είναι προσωρινή Όταν τα τελευταία υπολείμματα εθελοντικής υποταγής σαρωθούν από την πλήρη αντίφαση των αντιτιθέμενων συμφερόντων, όταν οι κατασταλτικοί μηχανισμοί των ιθυνόντων διαβρωθούν από το αναπόφευκτο νόμο της φθοράς, οι καταπιεσμένες, δυνάμεις της εξουσιαζόμενης μάζας ξεσπούν λυσσασμένες για εκδίκηση, για επανάσταση, για ελευθερία. Εδώ εισάγουμε το στοιχείο της ελευθερίας, δηλαδή του αυτεξούσιου σε υλικοψυχολογικό επίπεδο, της κυριαρχίας της αποφενακισμένης βούλησης καθ' εαυτής και δι' εαυτής ολόκληρου του ψυχοσωματικού συμπλέγματος. Η ελευθερία γίνεται πλήρως κατανοητή ως ιδανικό μέσα στις ιστορικές συνθήκες, όταν τίθεται αντιστικτικά προς την καταπιεστική εξουσία του άλλου δηλαδή την αχαλίνωτη ελευθερία του που εισβάλλει έξωθεν στη σφαίρα ύπαρξης του εκάστοτε υποκειμένου.

Φτάνουμε έτσι στο οριακό σημείο όπου ο καυτός κοινωνικός πυρήνας δε συγκρατιέται πια από το περίβλημα της κατεστημένης εξουσιαστικής τάξης. Και το σπάει δίνοντας μια γιγάντια ώθηση στις καταπιεσμένες εξουσίες / θελήσεις που σφύζοντας από ενεργητικότητα και ζωή, με την ορμητικότητα της νεογέννητης ύπαρξης οδηγούνται ξαφνικά στο ιστορικό προσκήνιο. Εκεί αφού πραγματώσουν τα καθήκοντα που απαιτούνται για να διατηρηθούν στην κορυφή και μέρος του επαναστατικού προγράμματος αρχίζουν σταδιακά να παγιοποιούνται, να απολιθώνονται, να ψυχραίνουν. Η εξουσία που πηγάζει από το επαναστατημένο ιστορικό υποκείμενο υπεξαιρείται και αναδύεται στην επιφάνεια του κοινωνικού ενώ αντεπιστρέφεται στο υποκείμενο ως αυταρχική επιβολή. Ο κύκλος ξαναρχίζει καθώς νέες εξουσίες αναπτύσσονται εμβρυακά στους κόλπους του καθεστώτος. Αυτό είναι σε τελική ανάλυση το πεπρωμένο του φαινομένου της εξουσίας στα κοινωνικά πλαίσια, δηλαδή μια οργανική κυκλοειδής πορεία που προεκτείνεται στον χρονικό ορίζοντα «συμπορευόμενη» με (για την ακρίβεια παραγόμενη από) την κοινωνία προσώπων και τις μεταξύ τους αναπτυσσόμενες σχέσεις.

Ξεκινώντας από την αρχή της επιβαλλόμενης θέλησης που συνοδεύει κάθε ανθρώπινη σχέση, πολλαπλές μορφές ατομικής ανομοιότητας, ποικίλοι αντικειμενικοί σκοποί, τομεακές και ολιστικές θεσμοποιήσεις, μελετημένες και αρχέγονες οργανώσεις συστήνουν διαφορετικά είδη εξουσίας που υπερθέτονται, αλληλοτέμνονται, συγκρούονται, αλληλοκαταστρέφονται και συχνά αυτοπεριορίζονται με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Η ετερογένεια του φαινομένου της εξουσίας αναδεικνύει την πολυπλοκότητα της δομής της φωτίζοντας μια βαθύτερη πτυχή, την ουσιαστική απουσία μίας συμπαγούς αμετάβλητης φύσης της, ενός σκληρού πυρήνα φωτεινού μονάχα στους «εκλεκτούς» που υποτίθεται ότι ανηρθησαν στο ύψος της «ορθής» εποπτείας. Υπάρχει απλά μια ταυτότητα εκδηλώσεων, μια συνάφεια, μια ουσιώδης αλληλοσύνδεση των φορέων της που στηρίζεται πάνω στη μεταβαλλόμενη βάση της κοινότητας των συμφερόντων τους και στις πανομοιότυπες μεθόδους διεκδίκησης τους δηλαδή στην ωμή ή κεκαλυμμένη βία . Η ίδια η «εξουσία» είναι στο βάθος της πολυπυρηνική, γι αυτό και είναι λάθος να ισοπεδώνουμε κάθε της μορφή με τον οδοστρωτήρα των ταυτόσημων παραγωγικών σχέσεων

Μια περιορισμένη στιγμή στο χωροχρονικό συνεχές όπου η καθεστηκυία εξουσία θραύεται από την λάβα που αδυσώπητα υψώνεται είναι και η σημερινή. Αυτό είναι και το ιστορικό νόημα της κρίσης, η σημασιοδότηση της δηλαδή ως το κομβικό σημείο ανάμεσα σε δύο διαφορετικές κύριες μορφές εξουσίας. Μια ορθή ανάλυση του παρόντος απαιτεί να εξειδικεύσουμε στους αντικειμενικούς παράγοντες που προσδίδουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα στην εκάστοτε κρίση. Η ανάλυση των επιμέρους της εκφάνσεων μέχρι του σημείου που γίνονται σχεδόν αφανείς, στοιχειώδεις, νηματοειδείς είναι απαραίτητη για να κατανοήσουμε τη βαθύτερη φύση της.

Η Ελληνική περίπτωση

Επανερχόμενος τώρα στο αρχικό θέμα της συζήτησης μπορώ να ξεκινήσω λέγοντας ότι τουλάχιστον η ελληνική πολιτική κρίση όπως εκδηλώθηκε τους τελευταίους μήνες ιχνογραφείται τόσο έντονα στα προηγούμενα κείμενα μου (ως μορφή, ένταση, βαθμό επιρροής, προοπτικές) που θα ήταν κουραστικό και άχρηστο να επαναλάβω ήδη διατυπωμένες θέσεις. Χάριν της ροής του κειμένου περιορίζομαι να παραθέσω μόνο μια επίμαχη παράγραφο από το προηγούμενο κείμενο μου . Γράφω λοιπόν...

«Η συνηθισμένη έννοια λοιπόν του όρου «πολιτική κρίση» δεν είναι απλώς «κυβερνητική αστάθεια» όπως γράφει [ο Κωστής], στο βαθμό που η πολιτική ζωή μιας χώρας δεν μπορεί να ταυτίζεται απλοϊκά με τις προτιμήσεις μιας ντουζίνας υπουργών. Αντίθετα κρίση πολιτική σημαίνει σε γενικό πλαίσιο κρίση κρατική και διοικητική, κρίση στο κοινοβούλιο αλλά και στο επίπεδο της ιδεολογίας, στην πολιτική ηθική, στις συνειδήσεις των μαζών. Είναι με λίγα λόγια πλατιά κρίση του πολιτικού συστήματος, και όχι απλά μιας δράκας ανθρώπων που προσωρινά εγκαταβιούν στην κορυφή του.»

Η απάντηση του Κωστή σ' αυτήν την άποψη είναι ίσως το πιο παράξενο σημείο του κειμένου του:

«Η ερώτηση ήταν αν με τον όρο "πολιτική κρίση" εννοείται η "κυβερνητική αστάθεια" γιατί αυτή είναι η συνηθισμένη έννοια της "πολιτικής κρίσης" κατά τους υπόλοιπους απολογητές της αιωνιότητας της εξουσίας. Άλλωστε και στο κείμενο του Χάρη παρά τις αναφορές διφορούμενων όρων και ρητορικών εκφράσεων, η απορία για το ποια είναι η εννοούμενη "δομική πολιτική κρίση" γεννιέται αβίαστα και με την παραπάνω απάντηση παραμένει ακόμη. Γιατί τον εγκέφαλο της επίσημης "εξουσίας" που τα έβαλε με την "ανεπίσημη" ο Χάρης δεν τον βλέπει να αποτελείται καν από μια ντουζίνα υπουργών αλλά αρχίζει και τελειώνει, στον εγκέφαλο του πρωθυπουργού».

Είναι πραγματικά δύσκολο να ξεδιαλύνεις τα νήματα των παραπάνω σκέψεων. Διαφορετικά πράγματα ανακατεύονται μεταξύ τους συμπλέκονται και μπερδεύονται για να καταλήξουν σ' ένα προδιατυπωμένο συμπέρασμα, «Αυτή η απάντηση στην ερώτηση τι εννοεί ο Χάρης πολιτική κρίση, είναι εντελώς περιττή» (!). «Δεν απαντάει στην ερώτηση αλλά προσπαθεί να την αποφύγει».

Κατά πρώτον δεν θεωρώ τον εαυτό μου «απολογητή» καθώς δε νιώθω την ανάγκη να εξεταστώ από οποιονδήποτε για τις απόψεις μου. Το να θεωρείς άλλωστε την εξουσία γενικά, ένα σύνηθες και αναπόφευκτο προϊόν της κοινωνικής οργάνωσης δε συνεπάγεται απολογία υπέρ κάποιου αλλά απλή παρατήρηση και περιγραφή της πραγματικότητας όπως εκδηλώνεται τα τελευταία 5000 χρόνια. Το να εξάγεις αντίθετα το ξεψύχισμα της εξουσίας δίχως άλλα θεωρητικά στηρίγματα ή σαφείς ενδείξεις παρά μόνο από μερικά φευγαλέα γεγονότα που αποτελούν περισσότερο σημεία αλλαγών παρά κατάρρευσης, αυτό τώρα σίγουρα θα χρειαζόταν μια μικρή έστω απολογία.

Αλλά ας αφήσουμε το τυπικό μέρος κι ας προχωρήσουμε στην ουσία. Θα μπορούσα να συζητήσω μια πιθανή απόρριψη της δικής μου ερμηνείας πάνω στην εξουσιαστική κρίση αν αυτή η απόρριψη στηριζόταν σε λογικά αρθρωμένα επιχειρήματα. Αλλά στο «γιατί» που συναρμόζει -υποτίθεται- όλο το σκεπτικό του, ο Κωστής περιορίζεται σε έναν ισχυρισμό εντελώς άσχετο με το συζητούμενο θέμα. Δεν εξηγώ λοιπόν -κατ' αυτόν- τι εννοώ λέγοντας πολιτική κρίση «γιατί» γράφει « τον εγκέφαλο της επίσημης "εξουσίας" που τα έβαλε με την "ανεπίσημη" ο Χάρης δεν τον βλέπει να αποτελείται καν από μια ντουζίνα υπουργών αλλά αρχίζει και τελειώνει, στον εγκέφαλο του πρωθυπουργού». Τι σημαίνει τώρα αυτό; Ότι θεωρώ την κρίση κρίση πρωθυπουργική; Ότι δεν φτάνω καν στο επίπεδο εμβάθυνσης που φτάνουν όσοι υπερασπίζονται τη φόρμουλα της «κυβερνητικής κρίσης»; Ότι κατ' εμέ η κρίση ξεκινά και τελειώνει σε παιχνιδάκια εξουσίας δίχως να αγγίζει την οικονομία και τον πολιτισμό συλλογικά; Στην πραγματικότητα, στο βάθος βάθος, αυτή η διφορούμενη πρόταση του Κωστή δεν σημαίνει απολύτως τίποτα, ούτε και εξηγεί φυσικά πώς «βλέπω» την πολιτική κρίση. Οι κοινοβουλευτικοί κραδασμοί για μένα -θα το καταλάβαινε όποιος διάβαζε το κείμενο μου- δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια εκδήλωση της κρίσης, όχι η ίδια η κρίση. Η σύγκρουση των εξουσιών και η «σταυροφορία» κατά της διαφθοράς είναι ένα σύμπτωμα των οικονομικών μεταπτώσεων, όχι η ουσία της κρίσης. Ο εγκέφαλος του πρωθυπουργού προσαρμόζεται στον άνεμο της αλλαγής, δεν τον παράγει. Αλλά ας δεχτούμε για μια μόνο στιγμή την άποψη ότι ο πρωθυπουργός από μόνος του δίχως άλλη επιρροή, στήριξη ή εξαναγκασμό, ως μοναχικός υπερήρωας, τα «έβαζε» με την κρίση.. Αυτή η άποψη, λανθασμένη στη βάση της δε θα άλλαζε ούτε ένα ιώτα στην περιγραφή της κρίσης. Γιατί από πότε, τολμώ να ρωτήσω, το μέγεθος ενός προβλήματος μπορεί να κριθεί από τον εγκέφαλο αυτού που αποφασίζει αυθαίρετα να το λύσει; Από πότε η έκταση μιας φωτιάς μπορεί να κριθεί από τον εγκέφαλο του επίδοξου πυροσβέστη; Δυστυχώς αυτή η αυθαίρετη σύζευξη μένει για τον εγκέφαλο μου θολή και ακατανόητη.

Αρκεί να αναφέρω μόνο ότι για μένα η ελληνική πολιτική πτυχή της κρίσης που αντανακλά έστω και μερικά την παγκόσμια κατάσταση, με τις υφέσεις, τις κορυφώσεις και τις οξύνσεις της, δεν αφορά την «εξουσία» συνολικά αλλά τον κρατισμό, τις συνοδευτικές του θεσμοποιημένες δομές και τις απολήξεις του σ' όλες τις πτυχές του κοινωνικού φάσματος (διακυβέρνηση, κεντρικά σχεδιασμένες οικονομίες, θρησκεία, κρατικοποιημένη δικαιοσύνη, κρατική εκπαίδευση) Μέσα στο κλυδωνιζόμενο σκάφος του κράτους, οι επιβάτες τρομοκρατημένοι αλληλοσπαράζονται κατηγορώντας εαυτούς για την κρίση. Αλλά η αιτία για μια ακόμα φορά βρίσκεται πιο βαθιά, στην οικονομική εξέλιξη και ειδικά στην παγκοσμιοποίηση της αγοράς και της βιομηχανικής παραγωγής που έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τις δομές της παραδοσιακής εξουσίας. Η τελευταία διανύοντας την πιο κρίσιμη φάση της ύπαρξης της έχει αγγίξει τα ακραία σημεία αρνητικής οριακής απόδοσης. Δηλαδή εννοώ ότι από αυτό το φτασμένο όριο και μετά κάθε περιορισμένο οικονομικοκοινωνικό πρόβλημα (λόγω Ολυμπιακών, χρεών, ελλειμμάτων κλπ) τη σπρώχνει σε μια γενικευμένη άνευ προηγουμένου αποδόμηση.

Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η άρνηση αποδοχής μιας διαφορετικής προσέγγισης του εξουσιαστικού φαινομένου - πέραν των απολογητών της «αιωνίως» αμετάλλακτης εξουσίας ή του απολογητή της θνήσκουσας εξουσίας - οδηγεί αναγκαστικά σε αδιέξοδο. Γιατί αυτή ακριβώς είναι η άποψη που υποστηρίζεται από εμένα σε όλα τα κείμενα μου. Η εξουσία δε μένει σταθερή, αιωνίως αναλλοίωτη, ούτε όμως και πεθαίνει χωρίς τους φορείς της. Εξελίσσεται, μεταβάλλεται, διαφοροποιείται! Αυτό που οι άλλοι θεωρούν θάνατο ή ακινησία της αιώνιας ζωής δεν είναι παρά το κουκούλι που μέσα του επωάζεται σε εμβρυακό ακόμα επίπεδο ο πυρήνας μιας νέας εξουσίας.

Τι είναι λοιπόν η «εξουσία»; Όχι κάτι θολό ή απεριόριστα επεκτεινόμενο, όχι κάτι άχρονο ή άυλο αλλά κάτι τοποθετημένο σ' έναν καθορισμένο κοινωνικό χώρο, μια χρονικά δοσμένη δύναμη που τον πλημμυρίζει, ένα παιγνίδι δυνάμεων και κυμάτων δυνάμεων, ενός και πολλών, μια δύναμη αυξανόμενη εδώ και συνάμα μειωνούμενη εκεί, μια θάλασσα δυνάμεων που κυλούν και χιμούν και πολεμούν μαζί, αλλάζοντας αιωνίως με μια άμπωτη και πλημμυρίδα των μορφών της, από τις πιο απλές μορφές πασχίζοντας για τις πιο πολύπλοκες, από τις πιο ψυχρές, τις πιο άκαμπτες, τις πιο μονολιθικές, στις πιο καυτές, τις πιο ταραγμένες, τις πιο αυτοαντιφατικές, δίχως άλλο διακριτικό και εσωτερικά συνεκτικό γνώρισμα πέρα από την επιβολή της θέλησης, πέρα από τη θέληση για επιβίωση, πέρα από τη θέληση για δύναμη.